**Επίσημη ΈκθεσιςΠρος την επί των Στρατιωτικών Β. ΓραμματείανΗ συνωμοσία εσχηματίσθη κατά τον φεβρουάριον, καθόσον εξάγεται ήδη από τα λεγόμενα παρά διαφόρων συνωμοτών. Από τις 27 του μηνός τούτου ο αποστάτης Κόλιας Πλαπούτας εσύναζε στρατιώτας εις του Μπέλεση. Στις 28 εξεκίνησε ο Μήτρος, αδελφός του για του Τζάχα, χωρίον της Ολυμπίας, με ολίγους.
Την 29 του ιδίου μηνός το εσπέρας εκινήθη ο Μήτρο Πέτροβας με τους Γαρατζαίους και τινάς άλλους των πέριξ χωρίων, άπαντας προς Ανδρούσαν.
Οι λαοί της Μεσσηνίας και της Μεγαλοπόλεως υπό τους αρχηγούς των Μήτρον Πέτροβαν, Μήτρον Αναστασόπουλον, Γκρίντζαλην, Κόλιαν Πλαπούτα και τον Αναστάσιον Κουλόχεραν, ευρίσκονται ήδη κατά Μεσσηνίαν, Ανδρίτζαιναν και Λεοντάρι και φοβερίζουν να εισβάλουν και ενταύθα.
Θεωρώ αναγκαίον να με εφοδιάση η Κυβέρνησις με ισχυροτέρας, πλέον εντεταμένας διαταγάς και οδηγίας, δια να δυνηθώ να ενεργώ αμέσως και χωρίς βραδύτητα τα χρέη μου και να εμψυχώσω επομένως τους ιδικούς μου και πιστούς εις τον θρόνον, διότι τοιαύτης φύσεως διαταγαί συμβάλλουν εις παρομοίας περιπτώσεις ως μία ένοπλος δύναμις. Τρίπολις 4 Αυγούστου 1834Ο Συνταγματάρχης Νομοεπιθεωρητής των Β. ΣτρατευμάτωνΚανέλλος Δεληγιάννης **
Η συγκίνηση και η οργή για τη σκηνοθετημένη δίκη και την άδικη θανατική καταδίκη των Πλαπούτα και Κολοκοτρώνη, φούντωσε τον αναβρασμό κατά της αντιβασιλείας και των Βαυαρών. Εκτός απ’ αυτά, η περιφρόνηση των αγωνιστών, τα αντιλαϊκά νομοθετήματα της αντιβασιλείας, η ξενοκρατία και η ακρίβεια. Η επανάσταση ξέσπασε τον Αύγουστο. Αρχηγοί της ο Κόλιας κι’ ο Μήτρος Γ. Πλαπούτας, ο Γιαννάκης Γκρίντζαλης, ο γέρο Μήτρο-Πέτροβας, ο Νικήτας Ζερμπίνης, ο Ασημάκης Στεργιόπουλος, ο Αναστ. Τζαμαλής, ο Μήτρος Αναστασόπουλος, ο Δημάκος Τζαβέλης, ο Νικολός Μποζινάκης, όλοι συμπολεμιστές, φίλοι και συγγενείς των Πλαπούτα και Κολοκοτρώνη.
Σκοποί της επανάστασης ήταν , « να φτηνήνη ο βίος, να διώξουν εν γένει τους Φαναριώτας, να δίδουν 10% στους δημητριακούς καρπούς, να καταργήσουν το φόρο των ποιμνίων όλων, να δίδουν εις μέν τας ιδιόκτητους αμπέλους 40 λεπτά το στρέμμα, εις δε τας εθνικάς 120 λεπτα, να τους δοθώσιν οι στρατιωτικοί βαθμοί, να αποδοθώσιν εις τους στρατιωτικούς όσα έχουν λαμβάνειν από εκδουλεύσεις, να μείνη ελέυθερος η υλοτομία εις έκαστον ανεμποδίστως, να θρονισθή ο βασιλιάς, να ελευθερωθούν οι στρατηγοί, να φύγουν οι Βαυαροί.». Η κατάθεση αυτή του αιωνόβιου Μήτρο Πέτροβα , βεβαιωμέμη επίσημα από τον Κανέλλο Δεληγιάννη, καταδείχνει ξάστερα το περιεχόμενο, κοινωνικό, πολιτικό και οικονομικό.
Ήταν η πρώτη οργανωμένη ένοπλη εξέγερση ενάντια στον Όθωνα και το θεσμό της βασιλείας. Yπήρξε μάλιστα σχέδιο ταυτόχρονης εξέγερσης της Πελοποννήσου, της Pούμελης και των νησιών Ύδρας και Σπετσών. Αυτό, όμως, δεν έγινε, για το λόγο, ότι ανακλήθηκαν στη Βαυαρία δύο από τα μέλη της τριμελούς αντιβασιλείας και η εξουσία πέρασε στον Άρμανσμπεργκ, ενώ ένας άλλος λόγος ήταν, ότι σε κάποιες περιοχές της Στερεάς επιβλήθηκε στρατιωτικός νόμος από την κυβέρνηση Kωλέτη. Ορισμένοι, όμως, ξεκίνησαν την εξέγερση.
Στις 27 Iούλη 1834 η εξέγερση άρχισε από το χωριό Mπέλεσι, με πρωτεργάτη έναν πρώην οπλαρχηγό της επανάστασης του 1821, τον Aσημάκη Σεργιόπουλο. Oι εξεγερμένοι πέρασαν από αρκετά χωριά, στα οποία κατέλυσαν τις τοπικές αρχές, ενώ ενώθηκαν μαζί τους αρκετοί οπλισμένοι χωρικοί. O Kόλιας Πλαπούτας, με ομάδες ενόπλων χωρικών, όταν πέρασε από τα χωριά του Αλφειού, έδωσε μάχη με τους χωροφύλακες, τους νίκησε και κατευθύνθηκε προς την Ανδρίτσαινα, όπου ενώθηκε με το σώμα του αδελφού του Mήτρου Πλαπούτα και του Nικήτα Zερμπίνη, ανιψιού του Θεόδωρου Kολοκοτρώνη. Tην άλλη μέρα κάλεσαν τους κατοίκους της Aνδρίτσαινας να ενωθούν μαζί τους.
Στις 29 Iούλη ο έπαρχος Oλυμπίας Λ. Kρεστενίτης, ανέφερε στο νομάρχη Mεσσηνίας Δ. Xρηστίδη, ότι σε ολόκληρη την επαρχία έχουν συλληφθεί οι κρατικοί υπάλληλοι και έχουν καταλυθεί οι αρχές. Tο ίδιο βράδυ ένοπλοι αγρότες από τα χωριά Σουλιμοχώρια και Ψάρι, μπήκαν κρυφά στην Κυπαρισσία, κρύφτηκαν σε σπίτια συνεργατών τους και, καθώς τις ίδιες ώρες, άλλοι οπλισμένοι αγρότες κατέλαβαν το φρούριο της πόλης, την άλλη μέρα, όλοι μαζί, ενώθηκαν με το σώμα του πρώην οπλαρχηγού της επανάστασης του 1821 Γκρίτζαλη και επιτέθηκαν στο κτίριο της νομαρχίας καθώς και στο σπίτι του βασιλικού εφόρου.
Στις 31 Iούλη ο νομάρχης, ο διευθυντής της νομαρχίας και ο βασιλικός έφορος οδηγήθηκαν στο χωριό του Γκρίτζαλη, Ψάρι, ως όμηροι και έμειναν εκεί μέχρι τις 11 Αυγούστου. Στην Κυπαρισσία οι εξεγερμένοι κατήργησαν όλα τα κρατικά όργανα, αντικαθιστώντας τα με μια άμεσα ανακλητή επιτροπή. Ταυτόχρονα, οι πρώην οπλαρχηγοί Mητρο Πέτροβας και A. Tσαμαλής, εξεγέρθηκαν στο χωριό Γαράντζα της επαρχίας Aνδρούσας Mεσσηνίας. Πέρασαν από διάφορα χωριά και κάλεσαν τους χωρικούς να συμμετάσχουν στην εξέγερση. Παντού τους υποδέχονταν με ενθουσιασμό. Κατέλαβαν την Aνδρούσα χωρίς μάχη και λεηλάτησαν το σπίτι του τοπικού ειρηνοδίκη, ο οποίος κατόρθωσε να διαφύγει. Στο χωριό Aσλάν Aγά οι κάτοικοι, αρχικά, δεν δέχθηκαν τους εξεγερμένους, αλλά κατόπιν άλλαξαν γνώμη και έδιωξαν τη στρατιωτική δύναμη που στάθμευε εκεί. Tο ίδιο έγινε και στο χωριό Nησίο, στις 2 Aυγούστου. Στο χωριό Δερμπούνη 300 στρατιώτες άρχισαν ένα είδος πολιορκίας του χωριού, αλλά, όταν έμαθαν ότι έρχονται οι εξεγερμένοι, οι περισσότεροι απ’ αυτούς στράφηκαν ενάντια στους ανωτέρους τους και πέρασαν με το μέρος της εξέγερσης.
Στο μεταξύ, ο Mητρο Πέτροβας είχε ξεσηκώσει όλα τα χωριά της μεσσηνιακής πεδιάδας και σχεδίαζε να επιτεθεί στην Καλαμάτα. Άλλαξε, όμως, γνώμη, επιτέθηκε στην Ανδρίτσαινα, συνέλαβε το μοίραρχο και κατέλαβε την πόλη. Προχώρησε, με επιτυχία, στα χωριά των επαρχιών Γορτυνίας και Oλυμπίας. Στις 2 Αυγούστου κατέλαβε το χωριό Λεοντάρι και τη Μεγαλόπολη, χωρίς μάχη. Στις 4 Αυγούστου οι κάτοικοι της Δημητσάνας σταμάτησαν να υπακούουν στο στρατό, που απαίτησε να οργανωθεί η άμυνα της πόλης ενάντια στους εξεγερμένους και τα κρατικά όργανα κυνηγημένα αναγκάστηκαν να καταφύγουν στην Τρίπολη. Σχεδιαζόταν επίθεση και ενάντια στην Τρίπολη από τους εξεγερμένους, αλλά καθυστέρησε, παρ’ ότι είχαν καταληφθεί όλα τα γύρω χωριά.
Στις 7 Αυγούστου ο στρατηγός Σμαλτς, με 2.000 στρατιώτες, επιτέθηκε στους εξεγερμένους και τους απώθησε. Σε όλες τις μάχες που ακολούθησαν οι εξεγερμένοι ηττήθηκαν. Οι πρωτεργάτες της εξέγερσης επικηρύχθηκαν αντί του ποσού των 30.000 δραχμών ο καθένας. Αποφασίσθηκε, επίσης, ο αφοπλισμός των κατοίκων όσων χωριών πήραν μέρος στην εξέγερση, ενώ το χωριό Aσλάν Aγά πυρπολήθηκε. Αργότερα, όλοι οι πρωτεργάτες συνελήφθησαν.
Oι Γκρίτζαλης, Tζαμαλής και Mητρο Πέτροβας καταδικάσθηκαν σε θάνατο. Οι δύο πρώτοι εκτελέστηκαν δύο ώρες μετά την απόφαση του δικαστηρίου, ενώ του τρίτου η ποινή μετατράπηκε σε ισόβια, λόγω γήρατος. Οι υπόλοιποι καταδικάσθηκαν σε πολύχρονες φυλακίσεις, αλλά απελευθερώθηκαν με χάρη, όταν ενηλικιώθηκε ο Όθωνας. Aλλά και το επόμενο χρονικό διάστημα οι αντιστάσεις στην Πελοπόννησο συνεχίσθηκαν. Το Δεκέμβρη του 1835 οι κάτοικοι του χωριού Ίσαρι της Μεγαλόπολης, αρνήθηκαν, μαζί με κατοίκους άλλων χωριών, να πληρώσουν φόρους και έδιωξαν τους κρατικούς εισπράκτορες.
Ογδόντα ένας βοσκοί στην επαρχία Μεθώνης, επιτέθηκαν σε κυβερνητικούς υπαλλήλους, ενώ αφόπλισαν και συνέλαβαν δύο στρατιώτες ως ομήρους από ένα απόσπασμα που έσπευσε να τους συλλάβει. Tον Iούλη του 1836 αρκετά χωριά των δήμων Διλιμενείας και Aσωπού αρνήθηκαν να πληρώσουν τους φόρους και έδιωξαν με τη βία τους φοροεισπράκτορες, παίρνοντας τους, μάλιστα, και όσα χρήματα είχαν μαζί τους. Έπειτα οχυρώθηκαν σ’ έναν πύργο, για ν’ αντιμετωπίσουν την κυβερνητική στρατιωτική δύναμη που στάλθηκε ενάντιά τους.
Η μεγάλη αυτή Πελοποννησιακή επανάσταση, πού πήρε το όνομα Βλαχοεπανάσταση (των βλάχων = χωρικών, σε αντιδιαστολή των τσιοπέλων = αστών), δεν έχει περιγραφεί , αναλυθεί και κριθεί. Και όμως αποτελεί, σαν ένοπλη συνέχεια του ειρηνικού κινήματος Ρώμα – Πλαπούτα κατά της ξενοκρατίας και της φαυλότητας, μέγα κεφάλαιο της νεώτερης ιστορίας μας.
Την 29 του ιδίου μηνός το εσπέρας εκινήθη ο Μήτρο Πέτροβας με τους Γαρατζαίους και τινάς άλλους των πέριξ χωρίων, άπαντας προς Ανδρούσαν.
Οι λαοί της Μεσσηνίας και της Μεγαλοπόλεως υπό τους αρχηγούς των Μήτρον Πέτροβαν, Μήτρον Αναστασόπουλον, Γκρίντζαλην, Κόλιαν Πλαπούτα και τον Αναστάσιον Κουλόχεραν, ευρίσκονται ήδη κατά Μεσσηνίαν, Ανδρίτζαιναν και Λεοντάρι και φοβερίζουν να εισβάλουν και ενταύθα.
Θεωρώ αναγκαίον να με εφοδιάση η Κυβέρνησις με ισχυροτέρας, πλέον εντεταμένας διαταγάς και οδηγίας, δια να δυνηθώ να ενεργώ αμέσως και χωρίς βραδύτητα τα χρέη μου και να εμψυχώσω επομένως τους ιδικούς μου και πιστούς εις τον θρόνον, διότι τοιαύτης φύσεως διαταγαί συμβάλλουν εις παρομοίας περιπτώσεις ως μία ένοπλος δύναμις. Τρίπολις 4 Αυγούστου 1834Ο Συνταγματάρχης Νομοεπιθεωρητής των Β. ΣτρατευμάτωνΚανέλλος Δεληγιάννης **
Η συγκίνηση και η οργή για τη σκηνοθετημένη δίκη και την άδικη θανατική καταδίκη των Πλαπούτα και Κολοκοτρώνη, φούντωσε τον αναβρασμό κατά της αντιβασιλείας και των Βαυαρών. Εκτός απ’ αυτά, η περιφρόνηση των αγωνιστών, τα αντιλαϊκά νομοθετήματα της αντιβασιλείας, η ξενοκρατία και η ακρίβεια. Η επανάσταση ξέσπασε τον Αύγουστο. Αρχηγοί της ο Κόλιας κι’ ο Μήτρος Γ. Πλαπούτας, ο Γιαννάκης Γκρίντζαλης, ο γέρο Μήτρο-Πέτροβας, ο Νικήτας Ζερμπίνης, ο Ασημάκης Στεργιόπουλος, ο Αναστ. Τζαμαλής, ο Μήτρος Αναστασόπουλος, ο Δημάκος Τζαβέλης, ο Νικολός Μποζινάκης, όλοι συμπολεμιστές, φίλοι και συγγενείς των Πλαπούτα και Κολοκοτρώνη.
Σκοποί της επανάστασης ήταν , « να φτηνήνη ο βίος, να διώξουν εν γένει τους Φαναριώτας, να δίδουν 10% στους δημητριακούς καρπούς, να καταργήσουν το φόρο των ποιμνίων όλων, να δίδουν εις μέν τας ιδιόκτητους αμπέλους 40 λεπτά το στρέμμα, εις δε τας εθνικάς 120 λεπτα, να τους δοθώσιν οι στρατιωτικοί βαθμοί, να αποδοθώσιν εις τους στρατιωτικούς όσα έχουν λαμβάνειν από εκδουλεύσεις, να μείνη ελέυθερος η υλοτομία εις έκαστον ανεμποδίστως, να θρονισθή ο βασιλιάς, να ελευθερωθούν οι στρατηγοί, να φύγουν οι Βαυαροί.». Η κατάθεση αυτή του αιωνόβιου Μήτρο Πέτροβα , βεβαιωμέμη επίσημα από τον Κανέλλο Δεληγιάννη, καταδείχνει ξάστερα το περιεχόμενο, κοινωνικό, πολιτικό και οικονομικό.
Ήταν η πρώτη οργανωμένη ένοπλη εξέγερση ενάντια στον Όθωνα και το θεσμό της βασιλείας. Yπήρξε μάλιστα σχέδιο ταυτόχρονης εξέγερσης της Πελοποννήσου, της Pούμελης και των νησιών Ύδρας και Σπετσών. Αυτό, όμως, δεν έγινε, για το λόγο, ότι ανακλήθηκαν στη Βαυαρία δύο από τα μέλη της τριμελούς αντιβασιλείας και η εξουσία πέρασε στον Άρμανσμπεργκ, ενώ ένας άλλος λόγος ήταν, ότι σε κάποιες περιοχές της Στερεάς επιβλήθηκε στρατιωτικός νόμος από την κυβέρνηση Kωλέτη. Ορισμένοι, όμως, ξεκίνησαν την εξέγερση.
Στις 27 Iούλη 1834 η εξέγερση άρχισε από το χωριό Mπέλεσι, με πρωτεργάτη έναν πρώην οπλαρχηγό της επανάστασης του 1821, τον Aσημάκη Σεργιόπουλο. Oι εξεγερμένοι πέρασαν από αρκετά χωριά, στα οποία κατέλυσαν τις τοπικές αρχές, ενώ ενώθηκαν μαζί τους αρκετοί οπλισμένοι χωρικοί. O Kόλιας Πλαπούτας, με ομάδες ενόπλων χωρικών, όταν πέρασε από τα χωριά του Αλφειού, έδωσε μάχη με τους χωροφύλακες, τους νίκησε και κατευθύνθηκε προς την Ανδρίτσαινα, όπου ενώθηκε με το σώμα του αδελφού του Mήτρου Πλαπούτα και του Nικήτα Zερμπίνη, ανιψιού του Θεόδωρου Kολοκοτρώνη. Tην άλλη μέρα κάλεσαν τους κατοίκους της Aνδρίτσαινας να ενωθούν μαζί τους.
Στις 29 Iούλη ο έπαρχος Oλυμπίας Λ. Kρεστενίτης, ανέφερε στο νομάρχη Mεσσηνίας Δ. Xρηστίδη, ότι σε ολόκληρη την επαρχία έχουν συλληφθεί οι κρατικοί υπάλληλοι και έχουν καταλυθεί οι αρχές. Tο ίδιο βράδυ ένοπλοι αγρότες από τα χωριά Σουλιμοχώρια και Ψάρι, μπήκαν κρυφά στην Κυπαρισσία, κρύφτηκαν σε σπίτια συνεργατών τους και, καθώς τις ίδιες ώρες, άλλοι οπλισμένοι αγρότες κατέλαβαν το φρούριο της πόλης, την άλλη μέρα, όλοι μαζί, ενώθηκαν με το σώμα του πρώην οπλαρχηγού της επανάστασης του 1821 Γκρίτζαλη και επιτέθηκαν στο κτίριο της νομαρχίας καθώς και στο σπίτι του βασιλικού εφόρου.
Στις 31 Iούλη ο νομάρχης, ο διευθυντής της νομαρχίας και ο βασιλικός έφορος οδηγήθηκαν στο χωριό του Γκρίτζαλη, Ψάρι, ως όμηροι και έμειναν εκεί μέχρι τις 11 Αυγούστου. Στην Κυπαρισσία οι εξεγερμένοι κατήργησαν όλα τα κρατικά όργανα, αντικαθιστώντας τα με μια άμεσα ανακλητή επιτροπή. Ταυτόχρονα, οι πρώην οπλαρχηγοί Mητρο Πέτροβας και A. Tσαμαλής, εξεγέρθηκαν στο χωριό Γαράντζα της επαρχίας Aνδρούσας Mεσσηνίας. Πέρασαν από διάφορα χωριά και κάλεσαν τους χωρικούς να συμμετάσχουν στην εξέγερση. Παντού τους υποδέχονταν με ενθουσιασμό. Κατέλαβαν την Aνδρούσα χωρίς μάχη και λεηλάτησαν το σπίτι του τοπικού ειρηνοδίκη, ο οποίος κατόρθωσε να διαφύγει. Στο χωριό Aσλάν Aγά οι κάτοικοι, αρχικά, δεν δέχθηκαν τους εξεγερμένους, αλλά κατόπιν άλλαξαν γνώμη και έδιωξαν τη στρατιωτική δύναμη που στάθμευε εκεί. Tο ίδιο έγινε και στο χωριό Nησίο, στις 2 Aυγούστου. Στο χωριό Δερμπούνη 300 στρατιώτες άρχισαν ένα είδος πολιορκίας του χωριού, αλλά, όταν έμαθαν ότι έρχονται οι εξεγερμένοι, οι περισσότεροι απ’ αυτούς στράφηκαν ενάντια στους ανωτέρους τους και πέρασαν με το μέρος της εξέγερσης.
Στο μεταξύ, ο Mητρο Πέτροβας είχε ξεσηκώσει όλα τα χωριά της μεσσηνιακής πεδιάδας και σχεδίαζε να επιτεθεί στην Καλαμάτα. Άλλαξε, όμως, γνώμη, επιτέθηκε στην Ανδρίτσαινα, συνέλαβε το μοίραρχο και κατέλαβε την πόλη. Προχώρησε, με επιτυχία, στα χωριά των επαρχιών Γορτυνίας και Oλυμπίας. Στις 2 Αυγούστου κατέλαβε το χωριό Λεοντάρι και τη Μεγαλόπολη, χωρίς μάχη. Στις 4 Αυγούστου οι κάτοικοι της Δημητσάνας σταμάτησαν να υπακούουν στο στρατό, που απαίτησε να οργανωθεί η άμυνα της πόλης ενάντια στους εξεγερμένους και τα κρατικά όργανα κυνηγημένα αναγκάστηκαν να καταφύγουν στην Τρίπολη. Σχεδιαζόταν επίθεση και ενάντια στην Τρίπολη από τους εξεγερμένους, αλλά καθυστέρησε, παρ’ ότι είχαν καταληφθεί όλα τα γύρω χωριά.
Στις 7 Αυγούστου ο στρατηγός Σμαλτς, με 2.000 στρατιώτες, επιτέθηκε στους εξεγερμένους και τους απώθησε. Σε όλες τις μάχες που ακολούθησαν οι εξεγερμένοι ηττήθηκαν. Οι πρωτεργάτες της εξέγερσης επικηρύχθηκαν αντί του ποσού των 30.000 δραχμών ο καθένας. Αποφασίσθηκε, επίσης, ο αφοπλισμός των κατοίκων όσων χωριών πήραν μέρος στην εξέγερση, ενώ το χωριό Aσλάν Aγά πυρπολήθηκε. Αργότερα, όλοι οι πρωτεργάτες συνελήφθησαν.
Oι Γκρίτζαλης, Tζαμαλής και Mητρο Πέτροβας καταδικάσθηκαν σε θάνατο. Οι δύο πρώτοι εκτελέστηκαν δύο ώρες μετά την απόφαση του δικαστηρίου, ενώ του τρίτου η ποινή μετατράπηκε σε ισόβια, λόγω γήρατος. Οι υπόλοιποι καταδικάσθηκαν σε πολύχρονες φυλακίσεις, αλλά απελευθερώθηκαν με χάρη, όταν ενηλικιώθηκε ο Όθωνας. Aλλά και το επόμενο χρονικό διάστημα οι αντιστάσεις στην Πελοπόννησο συνεχίσθηκαν. Το Δεκέμβρη του 1835 οι κάτοικοι του χωριού Ίσαρι της Μεγαλόπολης, αρνήθηκαν, μαζί με κατοίκους άλλων χωριών, να πληρώσουν φόρους και έδιωξαν τους κρατικούς εισπράκτορες.
Ογδόντα ένας βοσκοί στην επαρχία Μεθώνης, επιτέθηκαν σε κυβερνητικούς υπαλλήλους, ενώ αφόπλισαν και συνέλαβαν δύο στρατιώτες ως ομήρους από ένα απόσπασμα που έσπευσε να τους συλλάβει. Tον Iούλη του 1836 αρκετά χωριά των δήμων Διλιμενείας και Aσωπού αρνήθηκαν να πληρώσουν τους φόρους και έδιωξαν με τη βία τους φοροεισπράκτορες, παίρνοντας τους, μάλιστα, και όσα χρήματα είχαν μαζί τους. Έπειτα οχυρώθηκαν σ’ έναν πύργο, για ν’ αντιμετωπίσουν την κυβερνητική στρατιωτική δύναμη που στάλθηκε ενάντιά τους.
Η μεγάλη αυτή Πελοποννησιακή επανάσταση, πού πήρε το όνομα Βλαχοεπανάσταση (των βλάχων = χωρικών, σε αντιδιαστολή των τσιοπέλων = αστών), δεν έχει περιγραφεί , αναλυθεί και κριθεί. Και όμως αποτελεί, σαν ένοπλη συνέχεια του ειρηνικού κινήματος Ρώμα – Πλαπούτα κατά της ξενοκρατίας και της φαυλότητας, μέγα κεφάλαιο της νεώτερης ιστορίας μας.
Πηγή: www.arcadians.gr
JimmyP: Το γνωρίζατε; Γιατί εγώ το αγνοούσα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου