τοῦ Μιχαὴλ Γ. Τρίτου Καθηγητοῦ Α.Π.Θ. (ἀπὸ τὸ «Βορειοηπειρωτικὸν Βῆμα», ἄρ. φύλ. 13(93)
Ὅπως εἶναι γνωστό, μὲ τὸ ὑπ’ ἄρ. 4337/ 13-11- 1967 διάταγμα τοῦ προεδρείου τῆς Λαϊκῆς Δημοκρατίας τῆς Ἀλβανίας, η Ἀλβανία ἔγινετὸ πρῶτο καὶ μοναδικὸ κράτος στὸν κόσμο, ποῦ συνταγματικὰ ἀπαγόρευσε κάθε θρησκευτικὴ ἔκφραση. Ὅπως παρατηρεῖ ὁ Μακαριώτατος Ἀρχιεπίσκοπος Ἀλβανίας Ἀναστάσιος, «…οἱ περισσότεροι κληρικοὶ συνέχισαν τὴ ζωή τους ὡς ἐργάτες στοὺς δρόμους, στοὺς σταύλους, γενικὰ σὲ.....
ταπεινωτικὲς ἐργασίες. Ἐλάχιστοι ἱερεῖς συνέχισαν καὶ κάτω ἀπὸ τὶς συνθῆκες αὐτὲς νὰ λειτουργοῦν. Ἀρκετοὶ ἀντιστάθηκαν καὶ πλήρωσαν τὴν πιστότητά τους, μὲ φυλακὴ καὶ ἐξορία καὶ πέθαναν χωρὶς νὰ ἀνακαλυφθοῦν ποτὲ τὰ ἴχνη τους. Μερικοὶ ἔμειναν ἔγκλειστοι στὸ σπίτι τους γιὰ νὰ μὴν ξυριστοῦν καὶ βγάλουν τὰ ράσα..» Ὅταν ὁ Μακαριώτατος Ἀναστάσιος ἐπισκέφτηκε γιὰ πρώτη φορὰ τὴν Ἀλβανία, τὸ ἔτος 1991, ὑπῆρχαν μόνον 15 ὀρθόδοξοι κληρικοί, ποῦ ἀπέμειναν ἀπὸ τοὺς 347 ἱερεῖς πρὸ τοῦ διωγμοῦ. Μεταξὺ τῶν ἐλαχίστων ἱερέων ποῦ ἐπέζησαν κάτω ἀπὸ τὸ ἀθεϊστικὸ καθεστὼς ἦταν καὶ ὁ ἡρωικὸς Πάπα-Μιχάλης Ντάκος τῆς Δερβιτσάνης ποῦ ἐκοιμήθη ἐν Κυρίω τὴν 9η Μαρτίου 1998.
Ὁ πάπα-Μιχάλης Ντάκος, γιὸς τοῦ Φίλιππα καὶ τῆς Γιαννούλας Ντάκου γεννήθηκε τὸ 1918 στὴ Δερβιτσάνη, τὸ μεγαλύτερο σὲ πληθυσμὸ καὶ ἑλληνικὴ ὁμοιογένεια κεφαλοχώρι τῆς Βορείου Ἠπείρου. Τὰ πρῶτα γράμματα ἔμαθε στὸ δημοτικὸ σχολεῖο τῆς γενέτειράς του. Στὴ συνέχεια ἀκολούθησε τὸ ἐπάγγελμα τοῦ πατέρα του, ποῦ ἦταν κτίστης. Παράλληλα ἐπειδὴ ὁ πατέρας τοῦ ἦταν καὶ νεωκόρος τοῦ ναοῦ τοῦ χωρίου, ζοῦσε ἀπὸ κοντὰ τὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας, ὑπηρετώντας ἀρχικὰ ὡς ἱεροψάλτης.
Προικισμένος μὲ καλὴ φωνὴ ἔγινε ἕνας πολὺ καλὸς ἱεροψάλτης. Στὴν ἐφημερίδα «Βορειοηπειρωτικὸς Ἀγών», Μαρτίου-Ἀπριλίου 1998, ὁ πρόεδρος τῆς Ἑνώσεως Δροπολιτῶν Βορείου Ἠπείρου, Βασίλειος Διαμαντής, γράφει τὰ ἕξης χαρακτηριστικά: «Θυμᾶμαι ἀκόμη πολὺ ἔντονα τὴ Μεγάλη Παρασκευὴ τοῦ 1939, τὴ χρονιὰ ποῦ οἱ Ἰταλοὶ εἶχαν καταλάβει τὴν Ἀλβανία καὶ ὁ κόσμος ἦταν τρομοκρατημένος γιὰ τὸ τί θὰ ξημέρωνε αὔριο. Ὁ τότε εἰκοσάχρονος Μίχο-Ντάκος ἔψαλλε στὴ γεμάτη ἀπὸ τὸν φοβισμένο κόσμο ἐκκλησία, πρὶν ἀπὸ τὴν ἀποκαθήλωση τοῦ Χρίστου, τὸ τροπάριο «Σήμερον κρεμᾶται ἐπὶ ξύλου, ὁ ἐν ὕδασι τὴν γῆν κρεμάσας…» Σὰν παιδὶ συνέδεσα τόσο ἄμεσα τὶς ὧρες τῆς κορύφωσης τοῦ θείου δράματος μὲ τὴ μορφή του, καὶ στὴν ψυχή μου χαράχτηκε τόσο ἔντονα ἡ εἰκόνα του, ὥστε ἡ στεντορεία καὶ ἁρμονικὴ φωνὴ τοῦ ἀντηχεῖ ἀκόμη στ’ αὐτιά μου. Ἀπὸ τὸ 1950 ὡς τὸ 1953 φοίτησε στὴν ἱερατικὴ σχολὴ Ἀργυροκάστρου. Στὴ συνέχεια νυμφεύθηκε τὴ Βικτωρία, τὸ γένος Μίχ. Γκούτζου. Καρπὸς τοῦ γάμου τοὺς ἦταν ἔξι παιδιά, τέσσερα ἀγόρια καὶ δύο κορίτσια. Τὸ 1952 χειροτονήθηκε διάκονος καὶ τὸ 1954 πρεσβύτερος ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη Ἀργυροκάστρου Δαμιανό. Ὡς διάκονος ὑπηρέτησε στὸν Ἱερὸ Μητροπολιτικὸ Ναὸ Ἀργυροκάστρου καὶ ὡς πρεσβύτερος τοποθετήθηκε στὸν ἱερὸ Ναὸ Κοιμήσεως Θεοτόκου Δερβιτσάνης, ὅπου ἀνέπτυξε μεγάλη θρησκευτική, ἐθνικὴ καὶ κοινωνικὴ δράση. Στὰ δύσκολα χρόνια της κομμουνιστικῆς δικτατορίας τοῦ Ἐμβὲρ Χότζα, τοῦ ζητήθηκε ἀπὸ τὴ φοβερὴ Σιγκουρίμι νὰ γίνει καταδότης τῆς Ἀσφάλειας. Ὁ ἡρωικὸς ὅμως Πάπα-Μιχάλης ἀπάντησε: «Αὐτὸ ποῦ μου ζητᾶτε δὲν μπορῶ νὰ τὸ κάνω, γιατί θὰ προδώσω τὸν ὅρκο ποῦ ἔδωσα ὡς ἱερωμένος, καὶ θὰ παραβῶ τοὺς θείους κανόνες τοῦ μυστηρίου τῆς ἐξομολογήσεως, ἂν προδώσω τὰ ὅσα οἱ χριστιανοί μου ἀποκαλύπτουν κατὰ τὴν ἐξομολόγησή τους.» Αὐτὸ στοίχισε πάρα πολὺ στὸν Πάπα-Μιχάλη καὶ τὴν οἰκογένεια τοῦ ἀφοῦ τὸ κομμουνιστικὸ καθεστὼς ἦταν πολὺ σκληρὸ ἀπέναντί τους. Τὸ 1967 ὅταν διὰ νόμου καταργήθηκε ἡ ἐκκλησιαστικὴ λατρεία, τοῦ ζητήθηκε νὰ παραδώσει στὰ ὄργανα τοῦ κόμματος τὰ κλειδιὰ τοῦ ἱεροῦ Ναοῦ τῆς Δερβιτσάνης. Ὁ πάπα Μιχάλης Ντάκος ἀντιστάθηκε δυναμικά. Μὴ μπορώντας ὅμως νὰ συνεχίσει τὴν ἀντίστασή του, πρὶν τοὺς παραδώσει τὰ κλειδιά, πῆρε ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τὸ Εὐαγγέλιο καὶ τὸ Ἅγιο Δισκοπότηρο, τὰ ὁποία διαφύλαξε στὸ σπίτι του. Δυστυχῶς ἡ ἱστορικὴ ἐκκλησία τῆς Δερβιτσάνης, ἀφοῦ λεηλατήθηκε, μετατράπηκε σὲ ἀποθήκη λιπασμάτων τοῦ γεωργικοῦ συνεταιρισμοῦ, καὶ παρέμεινε σ’ αὔτην τὴν κατάσταση ὡς τὸ 1990. Τὸ ὄνομα τοῦ Πάπα-Μιχάλη συνδέθηκε μὲ τὴν ἱστορικὴ θεία Λειτουργία τῆς 12-12-1990, γιορτῆς τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνος, λίγο πρὶν τὴν πτώση τοῦ κομμουνιστικοῦ καθεστῶτος. Ὅπως γράφει ὁ πρόεδρος τῆς Ἑνώσεως Δροπολιτῶν Βασίλειος Διαμαντής, ὁ π. Μιχαὴλ «… χωρὶς ράσα καὶ ἱερὰ ἄμφια, πῆρε τὸ Εὐαγγέλιο καὶ τὸ Ἅγιο Δισκοπότηρο ποῦ εἶχε διαφυλάξει κρυμμένα καὶ πῆγε ψηλὰ στὸ βουνό, ὅπου βρίσκεται τὸ ξωκκλήσι τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς. Ἐκεῖ ἐνώπιον πολλῶν παράτολμων χριστιανῶν τῆς Δερβιτσάνης κάνει τὴν πρώτη μετὰ τὴν κατάργηση τῆς θρησκείας τὸ 1967, Θεία Λειτουργία σὲ ὅλη τὴν Ἀλβανία. Τὸ γεγονὸς μεταδίδεται ἀστραπιαία ἀπὸ στόμα σὲ στόμα σὲ ὅλη τὴ Βόρειο Ἤπειρο καὶ οἱ χριστιανοὶ νιώθουν ψυχικὴ ἀγαλλίαση καὶ παίρνουν κουράγιο…» Ἀπὸ τὴν ἥμερα ἐκείνη ὁ πάπα-Μιχάλης λειτουργεῖ κανονικὰ στὴν ἐκκλησία τῆς Δερβιτσάνης καὶ γίνεται πολύτιμος συνεργάτης τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀναστασίου, ὁ ὅποιος τὸν ὅρισε Ἀρχιερατικὸ Ἐπίτροπο τῆς Μητροπόλεως Ἀργυροκάστρου. Ἀπὸ τὴ θέση αὐτὴ πρόσφερε πολύτιμες ὑπηρεσίες στὸν βορειοηπειρωτικὸ ἑλληνισμό. Ἐπόπτευε 218 ἐνορίες μὲ 20 ἱερεῖς. Ἔτρεχε ὅπου τὸν καλοῦσαν γιὰ νὰ ἁγιάσει καὶ παρηγορήσει τοὺς πιστούς, νὰ τονώσει τὸ ἐθνικό τους φρόνημα καὶ νὰ τοὺς παρακαλέσει μετὰ δακρύων νὰ μείνουν καὶ νὰ δημιουργήσουν στὸν τόπο τους. Ὁ π. Μιχαὴλ μὲ τὴν ἁγία του ζωὴ καὶ τὴ γενικότερη δραστηριότητα τοῦ ἔγινε τὸ ἐθνικὸ καὶ θρησκευτικὸ σύμβολο τῶν Βορειοηπειρωτῶν. Πλήρης ἥμερων, ἀλλὰ καὶ ἔργων ἀγαθῶν, ἐκοιμήθη ἐν Κυρίω, τὴν Κυριακὴ 8-3-1998, λίγο πρὶν ἀρχίσει τὴν κυριακάτικη Θεία Λειτουργία. Ὁ Ἀρχηγὸς τῆς ζωῆς καὶ τοῦ θανάτου, ὁ Τελειωτὴς Ἰησοῦς τὸν πῆρε στὸ ἐπουράνιο θυσιαστήριο, γιὰ νὰ μετάσχει μὲ τοὺς ἀγγέλους καὶ τοὺς ἅγιούς της ἐπουρανίου μυσταγωγίας. Νὰ πῶς περιγράφει τὴν τελευτὴ τοῦ π. Μιχαὴλ ὁ Βασίλης Διαμαντής. «… Ἡ Κυριακὴ 8-3-1998 ἦταν γραφτὸ νὰ εἶναι ἡ τελευταία της ζωῆς τοῦ π. Μιχαὴλ Ντάκου. Τὸ πρωὶ ἐκεῖνο, συνοδευόμενος ἀπὸ τὸ συγχωριανὸ τοῦ καντηλανάφτη Κῶν. Σταμούλη, πῆγε στὴν ἐκκλησία τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου καὶ εἰσῆλθε στὸ ἱερὸ γιὰ νὰ προετοιμαστεῖ γιὰ τὴν καθιερωμένη Θεία Λειτουργία. Μετὰ ἀπὸ λίγα λεπτὰ ὁ καντηλανάφτης τὸν ρώτησε ἂν ἦταν ὥρα νὰ κτυπήσει τὴν καμπάνα καὶ σὰν δὲν πῆρε ἀπάντηση καὶ στὴ δεύτερη ἐρώτησή του, μπῆκε στὸ ἱερὸ νὰ δεῖ τί συμβαίνει. Ἐκεῖ ἀντίκρισε τὸν παπά, σὰν θεϊκὸ δράμα καὶ σὲ στάση κατανυκτικῆς προσευχῆς νὰ εἶναι πεσμένος ἐπάνω στὴν Ἅγια Τράπεζα ἀγκαλιὰ μὲ τὸν σταυρὸ τοῦ Ἐσταυρωμένου Χριστοῦ…»
***
Ἡ κηδεία τοῦ πάπα-Μιχάλη ἔγινε τὴν Τετάρτη 11 Μαρτίου στὴ Δερβιτσάνη μέσα σὲ κλίμα βαθύτατης συγκίνησης. Τῆς νεκρώσιμου ἀκολουθίας προέστη ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀναστάσιος, ὁ ὅποιος στὸν ἐπικήδειο λόγο τοῦ ἐξῆρε τὴν προσωπικότητα καὶ τὸ πλούσιο ἐκκλησιαστικὸ ἔργο τοῦ μεταστάντος. Μὲ θερμὰ ἐπίσης λόγια ἀποχαιρέτισαν τὸν ἀείμνηστο πάπα-Μιχάλη, ὁ πρόξενος τῆς Ἑλλάδας στὸ Ἀργυροκάστρο κ. Κώστας Κακούσης, ὁ Βάγγ. Ντοῦλες ἐκ μέρους τῆς ΟΜΟΝΟΙΑΣ, καὶ ὁ Μίχ. Νάσιος ἐκ μέρους τῶν συγχωριανῶν του.
Στὶς ἐπανειλημμένες ἐπισκέψεις μου στὴν Ἀλβανία καὶ στὸν βορειοηπειρωτικὸ χῶρο μου δόθηκε ἡ εὐκαιρία νὰ συνεργασθῶ μὲ τὸν π. Μιχαήλ. Ἦταν γιὰ μένα μία ξεχωριστὴ ἐμπειρία. Στὸ πρόσωπο τοῦ διέκρινες τὸν σταυροαναστάσιμο χαρακτήρα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἀλβανίας, τὴν ἔκφραση τῆς γνήσιας καὶ βιωμένης ἁπλοϊκῆς πίστεως, ἀλλὰ καὶ τὴ γλυκιὰ ἐλπίδα ὅτι θὰ ἔλθει καὶ γιὰ τὴ μαρτυρικὴ Βόρειο Ἤπειρο «ἡ αὐγὴ τῆς μυστικῆς ἡμέρας.» Ντυμένος μὲ τὰ ἁπλοϊκὰ καὶ μπαλωμένα ἱερά του ἄμφια, ἔβλεπες νὰ ἀκτινοβολεῖ στὸ ἀσκητικό του πρόσωπο τὸ μεγαλεῖο της ἀποστολικῆς ἁπλότητας καὶ ἡ δόξα τῆς ἐκκλησίας τῶν κατακομβῶν. Ἡ τέλεση τῆς θείας λειτουργίας ἦταν συγκλονιστική. Λειτουργοῦσε βιωματικά, μὲ κατάνυξη καὶ διαρκῆ πνευματικὴ ἔγερση. Τὰ ροζιασμένα ἀπὸ τὶς σκληρὲς χειρωνακτικὲς ἐργασίες χέρια τοῦ κρατοῦσαν μὲ εὐλάβεια τὸ ἅγιο ποτήριο γιὸ νὰ μεταδώσουν τὴ Θεία κοινωνία στὸ διψασμένο ἀπὸ τὴν πολυετῆ στέρησή της, βορειοηπειρωτικὸ λαό, εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καὶ ζωὴν αἰώνιον.
Ὁ πάπα-Μιχάλης ἦταν ἕνα φωτομορφο τέκνο τῆς Ἐκκλησίας ποῦ εἶχε ὑποστεῖ «τὴν καλὴν ἀλλοίωσιν» ὅλα τὰ χρόνια ποῦ ἡ Ἐκκλησία στὴν Ἀλβανία ἦταν σὲ κατάσταση σκληροῦ διωγμοῦ. Ἦταν μία μαρτυρία Ὀρθοδοξίας καὶ Ἑλληνισμοῦ. Ἕνας γνήσιος ἐκφραστὴς τῆς ἀγωνίας, τῶν πόθων καὶ τῶν ἐλπίδων τοῦ Βορειοηπειρωτικοῦ Ἑλληνισμοῦ. Ἂς ἔχουμε τὴν εὐχή του.
Ὅπως εἶναι γνωστό, μὲ τὸ ὑπ’ ἄρ. 4337/ 13-11- 1967 διάταγμα τοῦ προεδρείου τῆς Λαϊκῆς Δημοκρατίας τῆς Ἀλβανίας, η Ἀλβανία ἔγινετὸ πρῶτο καὶ μοναδικὸ κράτος στὸν κόσμο, ποῦ συνταγματικὰ ἀπαγόρευσε κάθε θρησκευτικὴ ἔκφραση. Ὅπως παρατηρεῖ ὁ Μακαριώτατος Ἀρχιεπίσκοπος Ἀλβανίας Ἀναστάσιος, «…οἱ περισσότεροι κληρικοὶ συνέχισαν τὴ ζωή τους ὡς ἐργάτες στοὺς δρόμους, στοὺς σταύλους, γενικὰ σὲ.....
ταπεινωτικὲς ἐργασίες. Ἐλάχιστοι ἱερεῖς συνέχισαν καὶ κάτω ἀπὸ τὶς συνθῆκες αὐτὲς νὰ λειτουργοῦν. Ἀρκετοὶ ἀντιστάθηκαν καὶ πλήρωσαν τὴν πιστότητά τους, μὲ φυλακὴ καὶ ἐξορία καὶ πέθαναν χωρὶς νὰ ἀνακαλυφθοῦν ποτὲ τὰ ἴχνη τους. Μερικοὶ ἔμειναν ἔγκλειστοι στὸ σπίτι τους γιὰ νὰ μὴν ξυριστοῦν καὶ βγάλουν τὰ ράσα..» Ὅταν ὁ Μακαριώτατος Ἀναστάσιος ἐπισκέφτηκε γιὰ πρώτη φορὰ τὴν Ἀλβανία, τὸ ἔτος 1991, ὑπῆρχαν μόνον 15 ὀρθόδοξοι κληρικοί, ποῦ ἀπέμειναν ἀπὸ τοὺς 347 ἱερεῖς πρὸ τοῦ διωγμοῦ. Μεταξὺ τῶν ἐλαχίστων ἱερέων ποῦ ἐπέζησαν κάτω ἀπὸ τὸ ἀθεϊστικὸ καθεστὼς ἦταν καὶ ὁ ἡρωικὸς Πάπα-Μιχάλης Ντάκος τῆς Δερβιτσάνης ποῦ ἐκοιμήθη ἐν Κυρίω τὴν 9η Μαρτίου 1998.
Ὁ πάπα-Μιχάλης Ντάκος, γιὸς τοῦ Φίλιππα καὶ τῆς Γιαννούλας Ντάκου γεννήθηκε τὸ 1918 στὴ Δερβιτσάνη, τὸ μεγαλύτερο σὲ πληθυσμὸ καὶ ἑλληνικὴ ὁμοιογένεια κεφαλοχώρι τῆς Βορείου Ἠπείρου. Τὰ πρῶτα γράμματα ἔμαθε στὸ δημοτικὸ σχολεῖο τῆς γενέτειράς του. Στὴ συνέχεια ἀκολούθησε τὸ ἐπάγγελμα τοῦ πατέρα του, ποῦ ἦταν κτίστης. Παράλληλα ἐπειδὴ ὁ πατέρας τοῦ ἦταν καὶ νεωκόρος τοῦ ναοῦ τοῦ χωρίου, ζοῦσε ἀπὸ κοντὰ τὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας, ὑπηρετώντας ἀρχικὰ ὡς ἱεροψάλτης.
Προικισμένος μὲ καλὴ φωνὴ ἔγινε ἕνας πολὺ καλὸς ἱεροψάλτης. Στὴν ἐφημερίδα «Βορειοηπειρωτικὸς Ἀγών», Μαρτίου-Ἀπριλίου 1998, ὁ πρόεδρος τῆς Ἑνώσεως Δροπολιτῶν Βορείου Ἠπείρου, Βασίλειος Διαμαντής, γράφει τὰ ἕξης χαρακτηριστικά: «Θυμᾶμαι ἀκόμη πολὺ ἔντονα τὴ Μεγάλη Παρασκευὴ τοῦ 1939, τὴ χρονιὰ ποῦ οἱ Ἰταλοὶ εἶχαν καταλάβει τὴν Ἀλβανία καὶ ὁ κόσμος ἦταν τρομοκρατημένος γιὰ τὸ τί θὰ ξημέρωνε αὔριο. Ὁ τότε εἰκοσάχρονος Μίχο-Ντάκος ἔψαλλε στὴ γεμάτη ἀπὸ τὸν φοβισμένο κόσμο ἐκκλησία, πρὶν ἀπὸ τὴν ἀποκαθήλωση τοῦ Χρίστου, τὸ τροπάριο «Σήμερον κρεμᾶται ἐπὶ ξύλου, ὁ ἐν ὕδασι τὴν γῆν κρεμάσας…» Σὰν παιδὶ συνέδεσα τόσο ἄμεσα τὶς ὧρες τῆς κορύφωσης τοῦ θείου δράματος μὲ τὴ μορφή του, καὶ στὴν ψυχή μου χαράχτηκε τόσο ἔντονα ἡ εἰκόνα του, ὥστε ἡ στεντορεία καὶ ἁρμονικὴ φωνὴ τοῦ ἀντηχεῖ ἀκόμη στ’ αὐτιά μου. Ἀπὸ τὸ 1950 ὡς τὸ 1953 φοίτησε στὴν ἱερατικὴ σχολὴ Ἀργυροκάστρου. Στὴ συνέχεια νυμφεύθηκε τὴ Βικτωρία, τὸ γένος Μίχ. Γκούτζου. Καρπὸς τοῦ γάμου τοὺς ἦταν ἔξι παιδιά, τέσσερα ἀγόρια καὶ δύο κορίτσια. Τὸ 1952 χειροτονήθηκε διάκονος καὶ τὸ 1954 πρεσβύτερος ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη Ἀργυροκάστρου Δαμιανό. Ὡς διάκονος ὑπηρέτησε στὸν Ἱερὸ Μητροπολιτικὸ Ναὸ Ἀργυροκάστρου καὶ ὡς πρεσβύτερος τοποθετήθηκε στὸν ἱερὸ Ναὸ Κοιμήσεως Θεοτόκου Δερβιτσάνης, ὅπου ἀνέπτυξε μεγάλη θρησκευτική, ἐθνικὴ καὶ κοινωνικὴ δράση. Στὰ δύσκολα χρόνια της κομμουνιστικῆς δικτατορίας τοῦ Ἐμβὲρ Χότζα, τοῦ ζητήθηκε ἀπὸ τὴ φοβερὴ Σιγκουρίμι νὰ γίνει καταδότης τῆς Ἀσφάλειας. Ὁ ἡρωικὸς ὅμως Πάπα-Μιχάλης ἀπάντησε: «Αὐτὸ ποῦ μου ζητᾶτε δὲν μπορῶ νὰ τὸ κάνω, γιατί θὰ προδώσω τὸν ὅρκο ποῦ ἔδωσα ὡς ἱερωμένος, καὶ θὰ παραβῶ τοὺς θείους κανόνες τοῦ μυστηρίου τῆς ἐξομολογήσεως, ἂν προδώσω τὰ ὅσα οἱ χριστιανοί μου ἀποκαλύπτουν κατὰ τὴν ἐξομολόγησή τους.» Αὐτὸ στοίχισε πάρα πολὺ στὸν Πάπα-Μιχάλη καὶ τὴν οἰκογένεια τοῦ ἀφοῦ τὸ κομμουνιστικὸ καθεστὼς ἦταν πολὺ σκληρὸ ἀπέναντί τους. Τὸ 1967 ὅταν διὰ νόμου καταργήθηκε ἡ ἐκκλησιαστικὴ λατρεία, τοῦ ζητήθηκε νὰ παραδώσει στὰ ὄργανα τοῦ κόμματος τὰ κλειδιὰ τοῦ ἱεροῦ Ναοῦ τῆς Δερβιτσάνης. Ὁ πάπα Μιχάλης Ντάκος ἀντιστάθηκε δυναμικά. Μὴ μπορώντας ὅμως νὰ συνεχίσει τὴν ἀντίστασή του, πρὶν τοὺς παραδώσει τὰ κλειδιά, πῆρε ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τὸ Εὐαγγέλιο καὶ τὸ Ἅγιο Δισκοπότηρο, τὰ ὁποία διαφύλαξε στὸ σπίτι του. Δυστυχῶς ἡ ἱστορικὴ ἐκκλησία τῆς Δερβιτσάνης, ἀφοῦ λεηλατήθηκε, μετατράπηκε σὲ ἀποθήκη λιπασμάτων τοῦ γεωργικοῦ συνεταιρισμοῦ, καὶ παρέμεινε σ’ αὔτην τὴν κατάσταση ὡς τὸ 1990. Τὸ ὄνομα τοῦ Πάπα-Μιχάλη συνδέθηκε μὲ τὴν ἱστορικὴ θεία Λειτουργία τῆς 12-12-1990, γιορτῆς τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνος, λίγο πρὶν τὴν πτώση τοῦ κομμουνιστικοῦ καθεστῶτος. Ὅπως γράφει ὁ πρόεδρος τῆς Ἑνώσεως Δροπολιτῶν Βασίλειος Διαμαντής, ὁ π. Μιχαὴλ «… χωρὶς ράσα καὶ ἱερὰ ἄμφια, πῆρε τὸ Εὐαγγέλιο καὶ τὸ Ἅγιο Δισκοπότηρο ποῦ εἶχε διαφυλάξει κρυμμένα καὶ πῆγε ψηλὰ στὸ βουνό, ὅπου βρίσκεται τὸ ξωκκλήσι τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς. Ἐκεῖ ἐνώπιον πολλῶν παράτολμων χριστιανῶν τῆς Δερβιτσάνης κάνει τὴν πρώτη μετὰ τὴν κατάργηση τῆς θρησκείας τὸ 1967, Θεία Λειτουργία σὲ ὅλη τὴν Ἀλβανία. Τὸ γεγονὸς μεταδίδεται ἀστραπιαία ἀπὸ στόμα σὲ στόμα σὲ ὅλη τὴ Βόρειο Ἤπειρο καὶ οἱ χριστιανοὶ νιώθουν ψυχικὴ ἀγαλλίαση καὶ παίρνουν κουράγιο…» Ἀπὸ τὴν ἥμερα ἐκείνη ὁ πάπα-Μιχάλης λειτουργεῖ κανονικὰ στὴν ἐκκλησία τῆς Δερβιτσάνης καὶ γίνεται πολύτιμος συνεργάτης τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀναστασίου, ὁ ὅποιος τὸν ὅρισε Ἀρχιερατικὸ Ἐπίτροπο τῆς Μητροπόλεως Ἀργυροκάστρου. Ἀπὸ τὴ θέση αὐτὴ πρόσφερε πολύτιμες ὑπηρεσίες στὸν βορειοηπειρωτικὸ ἑλληνισμό. Ἐπόπτευε 218 ἐνορίες μὲ 20 ἱερεῖς. Ἔτρεχε ὅπου τὸν καλοῦσαν γιὰ νὰ ἁγιάσει καὶ παρηγορήσει τοὺς πιστούς, νὰ τονώσει τὸ ἐθνικό τους φρόνημα καὶ νὰ τοὺς παρακαλέσει μετὰ δακρύων νὰ μείνουν καὶ νὰ δημιουργήσουν στὸν τόπο τους. Ὁ π. Μιχαὴλ μὲ τὴν ἁγία του ζωὴ καὶ τὴ γενικότερη δραστηριότητα τοῦ ἔγινε τὸ ἐθνικὸ καὶ θρησκευτικὸ σύμβολο τῶν Βορειοηπειρωτῶν. Πλήρης ἥμερων, ἀλλὰ καὶ ἔργων ἀγαθῶν, ἐκοιμήθη ἐν Κυρίω, τὴν Κυριακὴ 8-3-1998, λίγο πρὶν ἀρχίσει τὴν κυριακάτικη Θεία Λειτουργία. Ὁ Ἀρχηγὸς τῆς ζωῆς καὶ τοῦ θανάτου, ὁ Τελειωτὴς Ἰησοῦς τὸν πῆρε στὸ ἐπουράνιο θυσιαστήριο, γιὰ νὰ μετάσχει μὲ τοὺς ἀγγέλους καὶ τοὺς ἅγιούς της ἐπουρανίου μυσταγωγίας. Νὰ πῶς περιγράφει τὴν τελευτὴ τοῦ π. Μιχαὴλ ὁ Βασίλης Διαμαντής. «… Ἡ Κυριακὴ 8-3-1998 ἦταν γραφτὸ νὰ εἶναι ἡ τελευταία της ζωῆς τοῦ π. Μιχαὴλ Ντάκου. Τὸ πρωὶ ἐκεῖνο, συνοδευόμενος ἀπὸ τὸ συγχωριανὸ τοῦ καντηλανάφτη Κῶν. Σταμούλη, πῆγε στὴν ἐκκλησία τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου καὶ εἰσῆλθε στὸ ἱερὸ γιὰ νὰ προετοιμαστεῖ γιὰ τὴν καθιερωμένη Θεία Λειτουργία. Μετὰ ἀπὸ λίγα λεπτὰ ὁ καντηλανάφτης τὸν ρώτησε ἂν ἦταν ὥρα νὰ κτυπήσει τὴν καμπάνα καὶ σὰν δὲν πῆρε ἀπάντηση καὶ στὴ δεύτερη ἐρώτησή του, μπῆκε στὸ ἱερὸ νὰ δεῖ τί συμβαίνει. Ἐκεῖ ἀντίκρισε τὸν παπά, σὰν θεϊκὸ δράμα καὶ σὲ στάση κατανυκτικῆς προσευχῆς νὰ εἶναι πεσμένος ἐπάνω στὴν Ἅγια Τράπεζα ἀγκαλιὰ μὲ τὸν σταυρὸ τοῦ Ἐσταυρωμένου Χριστοῦ…»
***
Ἡ κηδεία τοῦ πάπα-Μιχάλη ἔγινε τὴν Τετάρτη 11 Μαρτίου στὴ Δερβιτσάνη μέσα σὲ κλίμα βαθύτατης συγκίνησης. Τῆς νεκρώσιμου ἀκολουθίας προέστη ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀναστάσιος, ὁ ὅποιος στὸν ἐπικήδειο λόγο τοῦ ἐξῆρε τὴν προσωπικότητα καὶ τὸ πλούσιο ἐκκλησιαστικὸ ἔργο τοῦ μεταστάντος. Μὲ θερμὰ ἐπίσης λόγια ἀποχαιρέτισαν τὸν ἀείμνηστο πάπα-Μιχάλη, ὁ πρόξενος τῆς Ἑλλάδας στὸ Ἀργυροκάστρο κ. Κώστας Κακούσης, ὁ Βάγγ. Ντοῦλες ἐκ μέρους τῆς ΟΜΟΝΟΙΑΣ, καὶ ὁ Μίχ. Νάσιος ἐκ μέρους τῶν συγχωριανῶν του.
Στὶς ἐπανειλημμένες ἐπισκέψεις μου στὴν Ἀλβανία καὶ στὸν βορειοηπειρωτικὸ χῶρο μου δόθηκε ἡ εὐκαιρία νὰ συνεργασθῶ μὲ τὸν π. Μιχαήλ. Ἦταν γιὰ μένα μία ξεχωριστὴ ἐμπειρία. Στὸ πρόσωπο τοῦ διέκρινες τὸν σταυροαναστάσιμο χαρακτήρα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἀλβανίας, τὴν ἔκφραση τῆς γνήσιας καὶ βιωμένης ἁπλοϊκῆς πίστεως, ἀλλὰ καὶ τὴ γλυκιὰ ἐλπίδα ὅτι θὰ ἔλθει καὶ γιὰ τὴ μαρτυρικὴ Βόρειο Ἤπειρο «ἡ αὐγὴ τῆς μυστικῆς ἡμέρας.» Ντυμένος μὲ τὰ ἁπλοϊκὰ καὶ μπαλωμένα ἱερά του ἄμφια, ἔβλεπες νὰ ἀκτινοβολεῖ στὸ ἀσκητικό του πρόσωπο τὸ μεγαλεῖο της ἀποστολικῆς ἁπλότητας καὶ ἡ δόξα τῆς ἐκκλησίας τῶν κατακομβῶν. Ἡ τέλεση τῆς θείας λειτουργίας ἦταν συγκλονιστική. Λειτουργοῦσε βιωματικά, μὲ κατάνυξη καὶ διαρκῆ πνευματικὴ ἔγερση. Τὰ ροζιασμένα ἀπὸ τὶς σκληρὲς χειρωνακτικὲς ἐργασίες χέρια τοῦ κρατοῦσαν μὲ εὐλάβεια τὸ ἅγιο ποτήριο γιὸ νὰ μεταδώσουν τὴ Θεία κοινωνία στὸ διψασμένο ἀπὸ τὴν πολυετῆ στέρησή της, βορειοηπειρωτικὸ λαό, εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καὶ ζωὴν αἰώνιον.
Ὁ πάπα-Μιχάλης ἦταν ἕνα φωτομορφο τέκνο τῆς Ἐκκλησίας ποῦ εἶχε ὑποστεῖ «τὴν καλὴν ἀλλοίωσιν» ὅλα τὰ χρόνια ποῦ ἡ Ἐκκλησία στὴν Ἀλβανία ἦταν σὲ κατάσταση σκληροῦ διωγμοῦ. Ἦταν μία μαρτυρία Ὀρθοδοξίας καὶ Ἑλληνισμοῦ. Ἕνας γνήσιος ἐκφραστὴς τῆς ἀγωνίας, τῶν πόθων καὶ τῶν ἐλπίδων τοῦ Βορειοηπειρωτικοῦ Ἑλληνισμοῦ. Ἂς ἔχουμε τὴν εὐχή του.
Πηγή: ksipnistere.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου