Βιογραφία
Γεννήθηκε στην Καλαμάτα την 1η Απριλίου 1902. Ήταν κόρη του φιλολόγου Ευγένιου Πολυδούρη και της Κυριακής Μαρκάτου, μιας γυναίκας με πρώιμες φεμινιστικές αντιλήψεις. Ολοκλήρωσε τις γυμνασιακές της σπουδές στην Καλαμάτα, ενώ είχε φοιτήσει σε σχολεία του Γυθείου και των Φιλιατρών. Στα γράμματα εμφανίστηκε σε ηλικία 14 ετών με το πεζοτράγουδο "Ο πόνος της μάνας". Στα 16 της διορίστηκε στη Νομαρχία Μεσσηνίας και παράλληλα εξέφρασε ζωηρό ενδιαφέρον για το γυναικείο ζήτημα. Το 1920, σε διάστημα σαράντα ημερών, έχασε και τους δύο γονείς της. Το 1921 μετατέθηκε στη Νομαρχία Αθηνών και παράλληλα εγγράφηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Στην υπηρεσία της εργαζόταν και ο ομότεχνός της Κώστας Καρυωτάκης. Γνωρίστηκαν και μεταξύ τους αναπτύχθηκε ένας σφοδρός έρωτας, που μπορεί να κράτησε λίγο, αλλά επηρέασε καθοριστικά τη ζωή και το έργο της.
Συναντήθηκαν για πρώτη φορά τον Ιανουάριο του 1922. Η Μαρία ήταν τότε 20 ετών, ενώ ο Καρυωτάκης 26. Εκείνη είχε δημοσιεύσει κάποια πρωτόλεια ποιήματα, ενώ εκείνος είχε εκδόσει δύο ποιητικές συλλογές, τον "Πόνο των ανθρώπων και των πραμάτων" (1919) και τα "Νηπενθή" (1921) και είχε ήδη κερδίσει την εκτίμηση κάποιων κριτικών και ομότεχνών του.
Το καλοκαίρι του 1922 ο Καρυωτάκης ανακάλυψε ότι έπασχε από σύφιλη, μία νόσο που τότε ήταν ανίατη και αποτελούσε κοινωνικό στίγμα. Ενημέρωσε αμέσως την αγαπημένη του Μαρία και της ζήτησε να χωρίσουν. Εκείνη του πρότεινε να παντρευτούν χωρίς να κάνουν παιδιά, όμως εκείνος ήταν πολύ περήφανος για να δεχτεί τη θυσία της. Η Μαρία αμφέβαλε για την ειλικρίνειά του και θεώρησε ότι η ασθένειά του ήταν πρόσχημα του εραστή της για να την εγκαταλείψει.
Το 1924 μπήκε στη ζωή της ο δικηγόρος Αριστοτέλης Γεωργίου, που μόλις είχε επιστρέψει από το Παρίσι. Ήταν νέος, ωραίος και πλούσιος και η Πολυδούρη τον αρραβωνιάστηκε στις αρχές του 1925. Η Μαρία όμως αγαπούσε πάντα τον Καρυωτάκη.
Παρά την αφοσίωση του αρραβωνιαστικού της, η Πολυδούρη δεν μπορούσε να συγκεντρωθεί σοβαρά σε καμία δραστηριότητα. Έχασε τη δουλειά της στο δημόσιο μετά από αλλεπάλληλες απουσίες και εγκατέλειψε τη Νομική. Φοίτησε στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου και μάλιστα πρόλαβε να εμφανιστεί ως ηθοποιός σε μία παράσταση.
Το καλοκαίρι του 1926 διέλυσε τον αρραβώνα της και έφυγε για το Παρίσι. Σπούδασε ραπτική αλλά δεν πρόλαβε να εργαστεί γιατί προσβλήθηκε από φυματίωση. Επέστρεψε στην Αθήνα και συνέχισε τη νοσηλεία της στη "Σωτηρία" όπου έμαθε για την αυτοκτονία του πρώην εραστή της, Κώστα Καρυωτάκη. Τον ίδιο χρόνο κυκλοφόρησε την πρώτη της ποιητική συλλογή "Οι τρίλλιες που σβήνουν" και το 1929 τη δεύτερη, "Ηχώ στο χάος". Η Πολυδούρη άφησε δύο πεζά έργα, το Ημερολόγιό της και μία ατιτλοφόρητη νουβέλα με την οποία σαρκάζει ανελέητα το συντηρητισμό και την υποκρισία της εποχής της. Η φυματίωση όμως τελικά την κατέβαλε και τα ξημερώματα της 29ης Απριλίου 1930 άφησε την τελευταία της πνοή στην Κλινική Χριστομάνου[1].
Η Μαρία Πολυδούρη έζησε στις αρχές του 20ου αιώνα . Ιστορικά την περίοδο (1902 -1930) τη χαρακτήρισε η φυσιογνωμία του Ελευθέριου Βενιζέλου. Μια εποχή αντιφατική, αφενός οι βαλκανικοί πόλεμοι του 1912 - 1913, που επέκτειναν τα βόρεια σύνορα της Ελλάδας και της διασφάλισαν την Κρήτη και τα περισσότερα νησιά του Αιγαίου και αφετέρου ο εθνικός διχασμός και η Μικρασιατική καταστροφή, που έθεσαν σε νέα βάση κοινωνική, πολιτική και πολιτισμική τη ζωή της Ελλάδας.
Η ηττοπάθεια, η απογοήτευση, η μελαγχολία, η αίσθηση του αδιέξοδου κιανικανοποίητου, η αναζήτηση μιας μάταιης πολλές φορές αγάπης και τρυφερότητας, ηπαραίτηση από την ελπίδα, η απομόνωση στον προσωπικό χώρο, η επιθυμία ενός ανέφικτου ονείρου ως χαρακτηριστικά μιας εποχής εκφράζονται στην ποίηση με το ΝΕΟΡΟΜΑΝΤΙΣΜΟ - ΝΕΟΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟ, υπογραμμίζοντας έτσι τη θεμελιώδη αρχή των νεορομαντικών ότι η αλληλεπίδραση ζωής και έργου μπορεί να φτάσει έως και την ταύτιση ζωής και έργου.
«Φύσει» και «θέσει» ρομαντική η Μαρία Πολυδούρη θεωρείται γνήσια εκπρόσωπος της εποχής της . Αυτό που την διακρίνει από τους συνοδοιπόρους της ποιητές είναι ότι τα συναισθήματά της ατόφια τα μετέφερε αυτόματα στην ποίησή της. Έγραφε με στόχο τη λύτρωση, για να συνεχίσει να ζει. Το έργο της υπηρέτησε τη ζωή της.
Η γνωριμία της με τον Κώστα Καρυωτάκη ήταν καθοριστική. «Η ψυχή μου και η αγάπη γεννήθηκαν την ίδια μέρα..Γεννήθηκα για ν ' αγαπώ είν ' αλήθεια και δεν μ' αρκεί να μ' αγαπούν. Είναι η ζωή η ίδια , η αγάπη είναι μια δύναμη , όπως μια δύναμη είναι κι ο θάνατος και πόσο ευχάριστα δεχόμαστε και το θάνατο αυτό όταν μας τον δίνει η αγάπη..».
Σημάδεψε τη Μαρία Πολυδούρη ο Κ. Καρυωτάκης κι ας ήταν δυο κόσμοι διαφορετικοί. Γεμάτη ζωή η Μαρία Πολυδούρη, πλήρης θανάτου ο Καρυωτάκης. Κοινό τους σημείο η μοναξιά και η ποίηση. Εκείνη τον αγαπά με έναν έρωτα εξιδανικευμένο, ανέφικτο όνειρο αφού εκείνος την απομακρύνει.[2]
Έργα[3]
Ποιητικές συλλογές
- Οι Τρίλλιες που Σβήνουν (1928)
- Ηχώ στο Χάος (1929)
Ανέκδοτα ποιήματα
- Φεγγαροβραδιά
- (Την είπαν πεταλούδα)
- (Δυο χρόνια...)
- (Ανάμεσα...)
- (Το Δάσος...)
- Όνειρο
- Λησμονιά
- Τα χέρια σου
- Φθινοπωρινή προσευχή
- (Και στάθηκα...)
- Τα λόγια σου
- Ο πόθος της ζωής
- Εξομολόγηση
- Η αγάπη του Ποιητή
- (Στο δρόμο...)
- Θεός
- Σ' αναμονή θανάτου
- Πεπρωμένο
- Περηφάνεια
- Δε θα ξανάρθης πια...
- Ποιος ξέρει...
- Η θλίψη της δύσης
- Ένα βράδι στο σταθμό
- Προδοσία
- Την ώρα τούτη...
- Ο τρελλός
- Βράδι στο Ζάππειο
- Εμένα τα τραγούδια μου ήταν μόνο για Κείνον...
- Αμφιβολία
- Του Καρυωτάκη
- Το σπιτάκι της
- Αρλεκίνος
- Η αποτυχημένη Συμφωνία
- Στη φίλη μου
- Σε σένα
- Ήθελα...
- Νέα Χαρά
- Η Ευχή μου
Η προτομή της Μαρίας Πολυδούρη στη Λ.Σιδηροδρομικού Σταθμού στην Καλαμάτα(φωτογραφίες από το προσωπικό μου αρχείο)
Πηγή: http://el.wikipedia.org [1]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου